Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2018

Ομιλία Μακεδονικού Αγώνα

Ομιλία για την επέτειο του Μακεδονικού Αγώνα απο τον Πανοσιολογιότατο Αρχιμανδρίτη της Ιεράς Μητροπόλεως Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης π.Δημήτριο Κουκουλεκίδη , προϊστάμενο του Ιερού Ναού Αγίου Γρηγορίου Παλαμά Μελισσοχωρίου.



"Εορτάζομεν σήμερα και τιμούμε την ημέρα του Μακεδονικού Αγώνα πού έλαβε χώρα στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα και συγκεκριμένα διήρκησε πέντε χρόνια περίπου, δηλαδή από το 1903 μέχρι το 1908.

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία που κράτησε για πέντε περίπου αιώνες στα Βαλκάνια, είχε περιέλθει σε παρακμή και άρχισε να καταρρέει. Ήταν ο «μεγάλος ασθενής», όπως λέγουν οι ιστορικοί. Εν όψει λοιπόν της αποχώρησης των Τούρκων από τη Βαλκανική, η Μακεδονία μας που ιστορικά, εθνολογικά και δικαιωματικά ανήκε στην Ελλάδα μας, έγινε εντούτοις στόχος της τότε Βουλγαρίας και διεκδικήθηκε για πολλά χρόνια έντονα, σκληρά και με κάθε τρόπο και μέσον.
Οι τότε Βούλγαροι, που κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας τουρκοκρατίας, είχαν περιέλθει σε εθνική ατονία και σχεδόν ανυπαρξία, υποκινήθηκαν συστηματικά, υποδαυλίστηκαν και στηρίχθηκαν για να αφυπνισθούν και να διεκδικήσουν τη Μακεδονία, αφού θα την εγκατέλειπαν οι Τούρκοι, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τις ζεστές θάλασσες του Αιγαίου, της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Έτσι, στα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας, άρχισε από μέρους των Βουλγάρων μία επίμονη προσπάθεια εκβουλγαρισμού της Μακεδονίας, με διώξεις, απειλές, πιέσεις, βιαιοπραγίες και δολοφονίες του ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας, ώστε, όταν θα ερχόταν η ώρα της διανομής των εδαφών στα τραπέζια της διπλωματίας, να μπορούν να πείσουν και να επιτύχουν την προσάρτηση της Μακεδονίας.
Η περίοδος αυτή ήταν μακροχρόνια και πολύ πριν το 1870, όταν οι ανυποψίαστοι Χριστιανοί κάτοικοι διψώντας για ελευθερία και αποτίναξη του τούρκικού ζυγού, θα ήσαν εύκολα θύματα της βουλγαρικής προπαγάνδας. Τα πράγματα χειροτέρεψαν για τους Έλληνες χριστιανούς ορθόδοξους, ακόμη περισσότερο, από το 1870 και προς τα εδώ, διότι το 1870 με σχετικό φιρμάνι του Σουλτάνου, και κατόπιν πιέσεως της Ρωσίας, ιδρύθηκε επίσημα αυτοκέφαλη εκκλησία της Βουλγαρίας, η οποία αποσχίσθηκε από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως, και ορίσθηκε Έξαρχος επικεφαλής της βουλγαρικής εκκλησίας.
Από τότε εντάθηκαν οι διώξεις και οι πιέσεις των ελληνικών πληθυσμών των χωριών και των πόλεων, από τους πάνοπλους βουλγαροκομιτατζήδες για να πείσουν τους κατοίκους να ενταχθούν στη βουλγαρική εκκλησία. Η παραπαίουσα τουρκική εξουσία δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να επιβάλλει την τάξη για να προστατευθούν έτσι οι ελληνικοί πληθυσμοί. Άλλωστε δεν την ενδιέφερε που σκοτώνονταν μεταξύ τους οι ραγιάδες χριστιανοί. Μόνον όταν θίγονταν δικά τους συμφέροντα επενέβαιναν και μάλιστα βιαίως κατά Βουλγάρων και Ελλήνων. Τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα και οι ελληνικοί πληθυσμοί υπέφεραν. Δεν ήξερες από ποιον να προφυλαχθείς και πώς να προφυλαχθείς. Η ίδια κατάσταση παντού σε όλη τη Μακεδονία.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων οι Μακεδόνες και οι λοιποί Έλληνες δεν έμειναν άπραγοι. Άρχισαν να συγκεντρώνονται, να οργανώνονται και να δραστηριοποιούνται. Αναδείχθηκαν τοπικοί παράγοντες και καπεταναίοι. Ιδρύονταν στην πόλη του Μοναστηρίου και των περιχώρων Επιτροπές Άμυνας για αντιμετώπιση της ασταμάτητης βουλγαρικής προπαγάνδας. Ακόμη και με σκληρά αντίποινα, φόνους κ.λπ. Η εκκλησία μας άρχισε να αναθαρρεύει, διότι μέχρι τότε οι ιερείς και οι ψάλτες στα χωριά μας υφίσταντο τα πάνδεινα. Βιαιότητες, τραυματισμοί, δολοφονίες. Ήταν ο πρώτος στόχος των βουλγαροκομιτατζήδων. Οι Μακεδονικές Οργανώσεις και Σύλλογοι της Αθήνας κινητοποιήθηκαν. Με ιδιωτική πρωτοβουλία κυρίως, άρχισαν να ιδρύονται ελληνικά σχολεία στις πόλεις και τα χωριά μας.
Πρωτεργάτες, πρόδρομοι και μορφές του Μακεδονικού Αγώνα, και της ελληνικής ιστορίας, ο Στέφανος Δραγούμης από το Βογατσικό Καστοριάς, πεθερός του Παύλου Μελά, ο γιός του Ίων Δραγούμης, διπλωμάτης στο Προξενείο Μοναστηρίου, ο Λάμπρος Κορομηλάς, Γενικός Πρόξενος στη Θεσσαλονίκη και άλλοι πολλοί που τα ονόματά τους δοξάζονται μέσα από τις χρυσές σελίδες της ιστορίας. Η περίεργη, η δύσκολη και μαρτυρική αυτή περίοδος γύρω από τα 1870, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ένας ακήρυχτος μακροχρόνιος Προ-Μακεδονικός Αγώνας.
Τα γεγονότα και τα δρώμενα οδηγούσαν προς την ένοπλη σύγκρουση. Ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, φλογερός πατριώτης, είχε αντιληφθεί από το 1900 τον κίνδυνο. Σε συνεργασία με τους τοπικούς καπεταναίους περιοχής Φλώρινας και Καστοριάς, και με άλλους γηγενείς μακεδόνες είχε οργανώσει την περιοχή για να υποδεχθεί τους καπεταναίους από τη νότια Ελλάδα.
Οι Βούλγαροι τον Ιούλιο του 1903 προκάλεσαν μία πρόσκαιρη, ολίγων ημερών αποτυχημένη αναταραχή, την οποία θέλησαν να παρουσιάσουν ως επανάσταση κατά των Τούρκων. Αντιπετωπίσθησαν και συνετρίβησαν από τον τουρκικό στρατό. Δυστυχώς όμως την πλήρωσαν ακριβά και οι Έλληνες μακεδόνες του Κρουσόβου, του Μοναστηρίου και περιχώρων.
Ο Παύλος Μελάς ήρθε τρείς φορές στην τρομοκρατούμενη Μακεδονία. Τον Φεβρουάριο του 1904 και τον Ιούλιο του 1904 ήλθε για να συναντήσει τοπικούς καπεταναίους, επώνυμους και ανώνυμους, να συνεργασθεί, να οργανώσει καλύτερα τον αγώνα, να εμψυχώσει τους κατοίκους και συνεργάτες των καπεταναίων για την πιο αποτελεσματική ένοπλη δράση.
Τον Αύγουστο του 1904 αποχαιρέτησε την οικογένειά του και ήλθε ένοπλος επικεφαλής σώματος ανταρτών. Με πολλές δυσκολίες και πολλούς και συνεχείς κινδύνους, έφθασε τον Σεπτέμβριο στο Κωσταράζι Καστοριάς, συναντήθηκε με τοπικούς οπλαρχηγούς και προχώρησε στα ενδότερα της Δ. Μακεδονίας. Στις 13 Οκτωβρίου 1904 κατέφθασαν στο χωριό Στάτιστα, όπου έμειναν για να ξεκουρασθούν. Στην περιοχή όμως υπήρχε τουρκικό απόσπασμα το οποίο ενημερώθηκε από τον βουλγαροκομιτατζή Μήτρο Βλάχο για την άφιξη του ελληνικού σώματος ανταρτών. Έγινε συμπλοκή. Ο Ήρωας χτυπήθηκε από τούρκικο βόλι, πόνεσε, υπέφερε, μίλησε και άφησε εκεί την τελευταία του πνοή.
Ο θάνατος του Παύλου Μελά συγκίνησε το πανελλήνιο. Οι οπλαρχηγοί του Μακεδονικού Αγώνα πείσμωσαν περισσότερο. Για πέντε ολόκληρα καλοκαίρια κυρίως, αλλά και τους χειμώνες, κτυπούσαν αλύπητα τους βουλγαροκομιτατζήδες και τους εξαρχικούς και σε αυτή τη σύγκρουση επέδειξαν πραγματική υπεροχή. Οι Μακεδόνες, επώνυμοι και ανώνυμοι, βοηθούσαν με κάθε τρόπο. Με εφόδια, τροφή, πληροφορίες, κρυψώνες και συμπαράσταση κάθε είδους, συνετέλεσαν τα μέγιστα στην έκβαση του αγώνα.
Ο αγώνας είχε θεριέψει. Συγκρούσεις, ενέδρες, απώλειες μαχητών, χαρές και λύπες. Αποκατάσταση αδικιών και προστασία του ελληνικού πληθυσμού, ήταν το καθημερινό έργο των ελληνικών ανταρτικών σωμάτων.
Όσον αφορά την περιοχή μας, η Μπάλτζα προσέφερε πολύτιμες υπηρεσίες καθώς ο πληθυσμός της ήταν ανέκαθεν αμιγής ελληνικός. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας διετήρησε αλώβητα τα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη και αντιστάθηκε στης προσπάθειες της σλαβικής προπαγάνδας. Στην αρχή, η συμμετοχή των Μπαλτζανών στον αγώνα ήταν αυθόρμητη, γιατί έλειπε ίσως το συντονιστικό όργανο. Όμως, με τον ερχομό του Παύλου Μελά και την επίσης υιοθέτηση του αγώνος από το ελληνικό κράτος συστήθηκε και στη Μπάλτζα Επιτροπή Αγώνος που διορίστηκε από το ελληνικό προξενείο Θεσσαλονίκης.
Στο ξεκίνημα αυτό του αγώνος ο κλήρος δεν υστέρησε. Πολύτιμη ήταν η υπηρεσία που προσέφεραν οι ιερείς της Μπάλτζας για τη ματαίωση των σχεδίων της βουλγαρικής εξαρχίας. Την περίοδο 1903-1908 η Μπλάτζα είχε 14 ιερείς και το ελληνικό προξενείο της Θεσσαλονίκης διόριζε τους Μπαλτζιανούς ιερείς στα χωριά της Μακεδονίας για να κρατήσουν τους Έλληνες στους κόλπους της ορθοδόξου εκκλησίας της Ελλάδος.
Την επιτροπή Αγώνος απετέλεσαν ιερείς, πρόκριτοι, διδάσκαλοι και άλλα γενναία παλληκάρια της Μπάλτζας. Το έργο της ήταν εξαιρετικά δύσκολο, διότι φρόντιζε για την τροφοδοσία των αντάρτικων σωμάτων, τη μεταφορά όπλων, την εμπιστευτική αλληλογραφία και τους τραυματίες.  Στον ιερό ναό αγίου Γεωργίου οι μυούμενοι στον αγώνα έδιναν τον όρκο του μακεδονομάχου. Τα ξωκλήσια άγιος Αθανάσιος, προφήτης Ηλίας, άγιος Κωνσταντίνος και αγία Παρασκευή είχαν μυστικές κρύπτες όπου έκρυβαν τα όπλα. Οι συνεδριάσεις της επιτροπής γίνονταν στα σπίτια των Ανδρέα Λίγδα, Φώτη Τσιάμη, Πασχάλη Κούτσουρη και Θεοδώρου Τσιτσικλή. Εδώ υπήρχαν επίσης αποθήκες όπλων και προ-παιδευτήρια. Έτσι η Μπάλτζα έγινε ορμητήριο των ανταρτικών σωμάτων τοῦ ελληνικού κομιτάτου και στον ένοπλο αγώνα κατετάγησαν τα πλέον ριψοκίνδυνα τέκνα της Μπάλτζας , τα «άπιαστα πουλιά» καθώς ήταν ο φόβος και ο τρόμος των Βουλγάρων κομιτατζήδων.
 Αναδείχθηκαν λοιπόν ήρωες γηγενείς Μακεδονομάχοι. Γνωστοί – επώνυμοι, λιγότερο γνωστοί και πολλοί, πολλοί άγνωστοι – ανώνυμοι. Στην προσφορά και τη μέριμνα αυτών των αγνώστων στηρίχθηκε ο αγώνας. Οδηγοί στις διαβάσεις και τα μονοπάτια, αγγελιαφόροι, σύνδεσμοι μεταξύ των σωμάτων, πράκτορες, επισιτίστες, αυτοδίδακτοι νοσηλευτές, φύλακες στις κρυψώνες κ.λπ.
Με τέτοιους υπερανθρώπους, η Μακεδονία μας δεν θα χανόταν. Όντως το καλοκαίρι του 1908 οι βουλγαροκομιτατζήδες αντιμετώπιζαν ολοκληρωτική ήττα. Σώθηκαν με την επανάσταση των νεοτούρκων τον Ιούλιο του 1908 όταν δόθηκε γενική αμνηστία και επιβλήθηκε ανακωχή στον χώρο της Μακεδονίας. Ο ένοπλος αγώνας σταμάτησε. Η Μακεδονία μας, στη φάση αυτή είχε σωθεί. Η πλήρης απελευθέρωση ήλθε με τους βαλκανικούς πολέμους του 1912 -1913.
Τιμή και δόξα στους Μακεδονομάχους! Επώνυμους και ανώνυμους. Στους Μπαλτζιανούς Μακεδονομάχους, επώνυμους και ανώνυμους. Στους Μακεδονομάχους που ήλθαν από την υπόλοιπη Ελλάδα μας, επώνυμους και ανώνυμους.
Τους ευγνωμονούμε όλους!
Ας είναι η Μνήμη τους αιώνια!
Σας ευχαριστούμε!"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου